Αυτή την Τετάρτη 19/9 παίζουμε σε άριστη κόπια το Providence του Αλαίν Ρεναί (1977, διάρκεια 105’ ) . Η προβολή είχε διακοπεί την 5/9 λόγω τεχνικού προβλήματος που εν τέλει αποκαταστάθηκε, και οι προβολές αισίως θα συνεχιστούν κανονικά μέχρι το τέλος της σεζόν.
Με τους Τζον Γκίλγουντ, Ντερκ Μπόγκαρντ, Έλεν Μπέρστιν, Ντέιβιντ Γουόρνερ.
Ένας ιδιοφυής, γέρος και άρρωστος, συγγραφέας περνάει μια βραδιά γεμάτη αγωνία και χτίζει μια μυθοπλασία με ήρωες το οικογενειακό του περιβάλλον….
Κριτική Βασίλη Ραφαηλίδη για το Providence
Τούτο το αέρινο φιλμ, με τη σπασμένη και χιλιοκομματιασμένη σεναριακή δομή, είναι ένας «καθαρός» κινηματογράφος με την πιο απόλυτη έννοια της λέξης: Έχουμε να κάνουμε με μια σειρά από τέλειες εικόνες άψογα «γαρνιρισμένες» με ήχο, που ρέουν σαν μουσική και γίνονται αντιληπτές κατ’ αρχήν σαν μουσική.
Πομπός αυτού του συνειρμικού οπτικοακουστικού χειμάρρου το παραλήρημα μιας νύχτας ενός γέρου άρρωστου και έξυπνου συγγραφέα (Τζον Γκίλγουντ), που μέσα στην ιλαροτραγική αγωνία του ανθρώπου, που πολλά είδε και πολλά έπαθε και που η ευφυΐα του και η κουλτούρα του τού αποκλείουν τα εξωτερικά παρηγορητικά ερείσματα, αρχίζει να δημιουργεί σαν συγγραφέας πάνω στα δημιουργήματά του σαν ανθρώπου: Ο γιος του (Ντερκ Μπόγκαρντ) ψυχρός και κυνικά λογικός μέχρι παραλογισμού Εγγλέζος, η νύφη του (Έλεν Μπέρστιν) μονίμως και αιωνίως καταπιεσμένο και ουσιαστικά ανίσχυρο θηλυκό και ο νόθος γιος του (Ντέιβιντ Γουόρνερ) αδιάκοπα εξεγερμένος και σταθερά ανίκανος να κάνει ένα βήμα πέρα από την ηθικολογία αποτελούν τα μέλη ενός κωμικοτραγικού θιάσου μαριονετών, οι σπάγκοι των οποίων βρίσκονται στα χέρια του πατέρα- δημιουργού. Που σαν Δημιουργός που είναι δεν μπορεί παρά να είναι η ενσάρκωση της Θείας Πρόνοιας (από εδώ και ο τίτλος). Που, ωστόσο, μπορεί να «λάβει πρόνοιαν» για τα δημιουργήματά του μόνο στη σφαίρα του φανταστικού, που είναι και το μοναδικό πεδίο όπου ασκείται η κυριαρχία του.
Το φανταστικό επενεργεί πάνω στο πραγματικό (την οικογένεια του συγγραφέα) και παίρνει τη θέση του. Τούτη η «άγια οικογένεια» (τα της αγιότητάς της θα τα μάθει ο θεατής μόνο στην τελευταία σκηνή) δεν μπορεί παρά να είναι ένα κοπάδι αλληλοσπαρασσόμενων λύκων κι αυτό μόνο ο Δημιουργός θα μπορούσε να το ξέρει καλά.
Σύμφωνα με τον Πολ Ελιάρ υπάρχει ένας άλλος κόσμος, αλλά βρίσκεται στο εσωτερικό τούτου του κόσμου. Είναι ο χαοτικός κόσμος του ασυνείδητου. Που ένας συγγραφέας, υποδειγματικά αμοραλιστής και βαθύτατα ανθρώπινος σαν αυτόν της ιστορίας μας, δεν γίνεται να μην τον γνωρίζει. Συνεπώς, τα όρια ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό της ταινίας είναι τεχνητά. Που σημαίνει ότι ο σουρεαλισμός της είναι μια πραγματικότητα τόσο πραγματική όσο αυτή του πραγματικού κόσμου.
Το χιούμορ είναι μια έκφανση του υποσυνείδητου. Συνεπώς, ένας τρόπος σουρεαλιστικής έκφρασης. Και μια ταινία βαθιά και σωστά σουρεαλιστική σαν κι αυτή αποκλείεται να μην πατάει γερά πάνω στο λυτρωτικό χιούμορ.
Το Προβιντάνς, λοιπόν, είναι και μια σχεδόν μακάβρια, μαύρη κωμωδία, που σαν τέτοια έρχεται να υποβαστάξει ένα ψυχολογικό δράμα χωρίς ψυχολογία: Δεν υπάρχουν ψυχολογικά κίνητρα στη συμπεριφορά των ηρώων. Υπάρχουν, όμως, κίνητρα βαθιά ενστικτώδη (υποσυνείδητα). Που ο θεατής καλείται να τα επισημάνει. Και να βγάλει τα συμπεράσματά του και για τη σκοπιμότητα της καλειδοσκοπικής φόρμας του έξοχου σεναρίου του Εγγλέζου Ντέιβιντ Μέρσερ.